."Το να λέμε ιστορίες ο ένας στον άλλον για πράγματα που μας έχουν συμβεί ή μας συμβαίνουν, είναι κομμάτι της σύνδεσής μας με τον κόσμο, είναι μια βασική διάσταση της καθημερινότητάς μας, που επικυρώνει ή ακόμα και δημιουργεί την πραγματικότητα σε μας και τους άλλους.
Η αφήγηση επιρρεάζει κάποιες φορές την εμπειρία. Συνδέει μια αρχή με ένα τέλος. Η ίδια η εμπειρία σπάνια δεν αποτελείται από μια αλυσίδα καταστάσεων. Η γέννηση και ο θάνατος, η εισπνοή και η εκπνοή δίνουν μορφή στην ύπαρξή μας, και προτείνουν τον σπόρο της αφηγηματικής φόρμας,
Η αφηγήσεις άλλες φορές παρέχουν υλικό στην δουλειά με τον αυτοσχεδιασμό, άλλες φορές προκύπτουν μέσα από τον αυτοσχεδιασμό κι άλλες τον διαμορφώνουν.
Όταν οι αφηγήσεις έρχονται μέσα από τον αυτοσχεδιασμό δίνουν άλλη διάσταση σε αυτό που συμβαίνει - οι συνειρμοί, οι μνήμες, οι ιστορίες αναπτύσουν και εκτείνουν το παρόν.
Στα εκατό τελευταία χρόνια πειραματισμού πάνω στις αφηγηματικές και μη-αφηγηματικές φόρμες, η εμφάνιση της τηλεόρασης και του φιλμ, και η επιρροή ενός ποιητικού και απεικονιστικού τρόπου σκέψης στην performance, έχουν ανοίξει τον δρόμο για μια απόλυτα ελεύθερη χρήση της αφηγηματικής τέχνης. Η λογική και γραμμική κατασκευή της αφήγησης μπορεί να υπάρχει μέσα σε φόρμες που συγγενεύουν με το όνειρο, αλλάζοντας την κατεύθυνση του χρόνου, την κλιμάκωση, το περιεχόμενο, το στυλ, μπορεί να "φιλοξενείτε" μέσα σε μια performance ή να προσαρμόζεται, πολλές φορές και με την συνδρομή της ποίησης και της λογοτεχνίας. Η αφήγηση μπορεί να "υποταχτεί" σε όλα τα ήδη της αποδόμησης και μεταμόρφωσης , όπου το "όλο" μπορεί να συμπυκνωθεί μέσα σε ένα στιγμιότυπο ή μια σειρά στιγμιοτύπων, μπορεί να εκταθεί στο αχανές ή να κομματιαστεί και να επανασυναρμολογηθεί ξανά, σαν ένα κολάζ."
Μετάφραση από απόσπασμα του βιβλίου "Body Space Image" των Miranda Tufnell και Chris Crickmay.
(photo: Wilhelm Sansal)