"Μια θαυμάσια δουλειά ενός παλιού, πολύ καλού κριτικού του διαβόητου κινηματογραφικού περιοδικού Καγιέ ντυ Σινεμά. Ο Τεσινέ επιχειρεί εδώ μια άκρως λεπτεπίλεπτη ανασύνθεση της ατμόσφαιρας και του κοινωνικού κλίματος μέσα στο οποίο οι υπερευαίσθητες, ρομαντικές φυματικές αδελφές Σαρλότ, Έμιλυ και Ανν Μπροντέ έγραψαν τα παράδοξα μυθιστορήματά τους...
Ο Τεσινέ έχει την εξυπνάδα να μην ανασυνθέσει χρονολογημένα τη ζωή τους αλλά να τη σκιτσάρει ελλειπτικά με δάνεια ύφους και ήθους από την Τζέην Έιρ και τον Πύργο των Καταιγίδων, που είναι ένα κράμα πεισιθάνατου ρομαντισμού, ακριβόλογης περιγραφής και διακριτικών παρεκκλίσεων προς ένα είδος μακάβριου σουρεαλισμού τύπου Έντγκαρ Άλαν Πόε.
Τούτη η παράξενη φαμίλια, που έκανε αυθόρμητα την καταπίεση φιλολογία με αποκλειστικό σκοπό το γλύτωμα από την υστερία κι όχι την τέρψη των επιγενόμενων, είναι μια πρόκληση για έναν άνθρωπο με την παιδεία του Τεσινέ. Που βρίσκει αφορμή να μελετήσει εδώ αυτή τη λεπτή σχέση ανάμεσα στον δημιουργό, το έργο του και τον κοινωνικό περίγυρο - μια σχέση που εδώ δεν έχει την πρόθεση να κοινοποιήσει κάποια παθήματα και που εξαντλείται αυτοκαταναλούμενη - όπως ακριβώς και στον Κάφκα, που ως γνωστόν κι αυτός δεν είχε καμία πρόθεση να κάνει "φιλολογία" και που έγραφε για προσωπικό του λογαριασμό και με μοναδικό σκοπό να προφυλαχτεί απ' την τρέλα..
Μπορεί λοιπόν να νοηθεί μια τέχνη χωρίς το τρίτο σκέλος της, τον αποδέκτη; Ο Τεσινέ ακολουθώντας τον Φρόυντ, απαντά καταφατικά...
Ενεργώντας ο Τεσινέ σαν φιλόλογος που γράφει την μελέτη του με την κάμερα αντί με το μολύβι, κάνει ένα πείραμα εξόχως ενδιαφέρον, αλλά μόνο γι αυτούς που νοιάζονται για τη σχέση εικόνας - λόγου. Το πλατύτερο κοινό είναι φυσικό να μείνει εντελώς αδιάφορο μπροστά σε τέτοια οπτικο-φιλολογικά δοκίμια.
Η προσπάθεια του σκηνοθέτη να λαϊκοποιήσει το εγχείρημά του με μια φανταχτερή και στιλβωμένη γραφή χάνει το νόημά της, αφού είναι βέβαιο πως το λεγόμενο πλατύ κοινό ελάχιστα νοιάζεται για τα φορμαλιστικά προβλήματα, όσο γοητευτικά "ντυμένα" κι αν είναι... Το πλατύ κοινό, επηρεασμένο από τρεις χιλιετηρίδες "λογικής" και συνεκτικής αφήγησης δεν ζητάει παρά μόνο ένα στόρυ - και τέτοιο στόρυ, απλό, καθαρό και"λογικό" δεν υπάρχει σε τούτη την πειραματική ταινία που, σημειωτέον, είναι διπλά πειραματική: Εκτός από τη σχέση της παραδοσιακής και της οπτικής γραφής μελετάει επίσης και τη σχέση του "οπτικού φιλόλογου" με ένα κοινό μη ειδικών. Ο Τεσινέ πίστευε φαίνεται, αφελέστατα πως θα βρει ένα τέτοιο κοινό. Φυσικά, δεν το βρήκε...
Το γεγονός πως ο Τεσινέ πλεονεκτεί εξαιτίας της από την φύση της "λαϊκής εικόνας δεν σημαίνει τίποτα. Διότι απλούστατα η πολυσημία της εικόνας περιπλέκει τα πράγματα μέχρι απελπισίας - κι αυτό σημαίνει πως η "απλότητα της εικόνας" είναι απλοϊκός μύθος: Δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο απ' το "διάβασμα" μιας εικόνας."
Ηθοποιός, σκηνοθέτης, και χορεύτρια αυτοσχεδιασμού. Διδάσκει Contact Improvisation από το 2005. Με την δουλειά της στοχεύει στην έκφραση της προσωπικής ελευθερίας, γειώνοντας - συνειδητά και χωρίς όρια - στο σώμα, κάθε άλλη ψυχική ή πνευματική παρόρμηση που προκύπτει κατά την δημιουργική διεργασία. Σπούδασε σκηνοθεσία στην σχολή του Λυκούργου Σταυράκου και υποκριτική με δασκάλους τον Ακη Δαβή, Ρούλα Πατεράκη και Μίρκα Γιεμεντζάκη. Μαθήτευσε δίπλα στην Χριστίνα Κλεισιούνη πάνω στο contact improvisation, και σε release techniques. Εκπαιδεύτηκε στην Authentic Movement από την Ελένη Λεβίδη. Δημιουργεί παραστάσεις κινητικού αυτοσχεδιασμού και Αυθεντικής κίνησης με την ομάδα "3=4". Έχει δουλέψει στον κινηματογράφο και το θέατρο και είναι μέλος της ομάδας "Nova Melancholia". Πρόσφατες παραγωγές είναι: «Τα Χρόνια της Αθωότητας» (Στέγη Ιδρύματος Ωνάση 2017), «Θερμά θαλάσσια λουτρά» (Φεστιβάλ Αθηνών 2017). Χορογράφησε σε Βερολίνο και Αθήνα το "Cut project" του θεάτρου "Εντροπία". Σκηνοθετεί την ομάδα οροθετικών στις φυλακές Κορυδαλλού.